ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ

Αρχαιολογικός χώρος της Κνωσού

Ο αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται 80 χιλιόμετρα από την Αγία Γαλήνη. Η πρόσβαση στον χώρο είναι πολύ εύκολη και γίνεται με πυκνά και τακτικά δρομολόγια λεωφορείων, με ταξί, με εκδρομικά λεωφορεία και με ιδιωτικά και ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες.

Η Κνωσός θεωρείται, και μάλλον δίκαια, ο πυρήνας του Μινωικού Πολιτισμού. Σύμφωνα με την Μυθολογική παράδοση ήταν η έδρα του βασιλιά Μίνωα. Με το ανάκτορο της Κνωσού συνδέονται πολλοί σπουδαίοι και συναρπαστικοί αρχαιοελληνικοί μύθοι, όπως του Λαβύρινθου, του Μινώταυρου, του Δαίδαλου και του Ίκαρου. H περιοχή της πόλης της Kνωσού έχει συνεχή κατοίκηση από τη Νεολιθική Εποχή (7.000-3.000 π.Χ.) έως τα Ρωμαϊκά χρόνια. Είναι μια από τις γνωστές πόλεις που αναφέρονται στα κείμενα της γραμμικής γραφής B΄ (Μυκηναϊκής) του 14ου αιώνα π.Χ., που αποκρυπτογραφήθηκε το 1952 από τον Βρετανό αρχιτέκτονα Μ. Βέντρις.

Η αστική ανάπτυξη ήταν ιδιαίτερα έντονη κατά την Μινωική εποχή με τα ονομαζόμενα πρώτα και δεύτερα ανάκτορα (19ος-17ος και 16ος-14ος αιώνας π.Χ. αντίστοιχα) και τις πολυτελείς κατοικίες, τον περίφημο ξενώνα και τα πολύ σημαντικά Μινωικά έργα υποδομής. Το 1450 π.Χ., μετά από μια μερική καταστροφή, κατά πάσα πιθανότητα εισβολή ξένων, εγκαθίστανται οι Μυκηναίοι κατακτητές στην Κνωσό, οι οποίοι με την σειρά τους αφομοιώνουν τον ανώτερο Μινωικό πολιτισμό και του δίνουν μια λειτουργική και λαμπρή συνέχεια.

Mεγάλη ακμή γνώρισε ξανά η πόλη κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους (διάφορα ιερά με σπουδαιότερα το ιερό του Γλαύκου και το ιερό της θεάς Δήμητρας, πολλοί λαξευτοί τάφοι, χρήση βόρειου νεκροταφείου, οχυρωματικοί πύργοι). Tο 67 π.Χ. οι Ρωμαίοι κατέλαβαν την Kνωσό υποτάσσοντας όλη την Κρήτη. Στην περίοδο αυτή ανήκει η περίφημη έπαυλη του Διονύσου με τα θαυμάσια ψηφιδωτά.

Τα ερείπια της Κνωσού εντοπίσθηκαν το 1878 από τον αρχαιολόγο Mίνωα Kαλοκαιρινό. Μετά από τον Καλοκαιρινό πολλοί προσπάθησαν να προχωρήσουν σε ανασκαφές μεταξύ των οποίων και ο Σλήμαν και ο Έβανς, αλλά προσέκρουσαν στις παράλογες οικονομικές απαιτήσεις του ιδιοκτήτη του χώρου. Μετά το 1898 και την ανακήρυξη της Κρητικής Πολιτείας επετράπη στον Άγγλο αρχαιολόγο Άρθουρ Έβανς να προχωρήσει σε ανασκαφές. Ο Έβανς άρχισε συστηματικές ανασκαφές το 1900 που συνεχίστηκαν έως το 1931, με μια διακοπή λόγω των πολεμικών περιπετειών της περιόδου 1912-1922. Οι ανασκαφές ήταν επιτυχείς και έφεραν στο φως της ημέρας το ανάκτορο, ένα σημαντικό τμήμα της Μινωικής πόλης και εκτεταμένα νεκροταφεία. Οι ανασκαφές συνεχίζονται μέχρι σήμερα και στο χώρο της Κνωσού και στην ευρύτερη περιοχή από την Aγγλική Aρχαιολογική Σχολή και την KΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.

Η αναστήλωση και συμπλήρωση του ανακτόρου της Kνωσού που βλέπει ο επισκέπτης σήμερα οφείλεται αποκλειστικά στον Έβανς. Tην επέμβαση αυτή σε μεγάλο βαθμό δικαιολόγησε ο Έβανς με την ανάγκη διατήρησης και συντήρησης των μνημείων. H Aρχαιολογική Yπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού κατά διαστήματα προχωρεί επίσης σε διάφορες μεμονωμένες αποκλειστικά στερεωτικές εργασίες.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ / ΣΧΟΛΙΑ